Παρασκευή 25 Δεκεμβρίου 2020

Ναύλος

 


Να είναι σάρκα με σάρκα

πέλμα γυμνό

ανοιχτά παράθυρα

Κρατήστε τα ομοιώματα για πάρτη σας

μαζί με τα φιλιά σε σελοφάν

κρατήστε δική σας και την αναπαράσταση

Ο άνθρωπος είναι μυστήρια φύση

καμιά φορά για να χορέψει σκαρφαλώνει στο κάγκελο της ταράτσας  

ή κολλάει στους ώμους αυτοσχέδια φτερά για μια στιγμή πτήσης

Όχι, δεν πάμε γυρεύοντας

Θα ζήσουμε

εκτεθειμένοι στους καιρούς

με το αντίτιμο κάτω απ’ τη γλώσσα

Θα βγουν από τ’ αμπρί φαντάσματα του 1ου Παγκοσμίου

και θα προχωράνε ντουγρού για το λυσσομαχητό

θα ανταλλάζουν τη ζωή για ένα βήμα

-ό λ η  τ η  ζ ω ή  

γ ι α  έ ν α  β ή μ α -

Φαντάζεσαι;

Πού να φανταστείς!

Σε φάγανε οι γνώσεις

πληροφορίες και θεωρίες

κούφιος αέρας

Τόσοι ποιητές και δεν βρήκες ένα στίχο για να σώσεις τη ζωή σου

τόσοι σοφοί και δεν βρήκες μια λέξη πάνω της να πατήσεις

τόση ιστορία και δεν βρήκες ένα λόγο  

ένα λόγο καλό  

για αυτόν για να πεθάνεις


Μαριάνθη Μαρκοπούλου

Τρίτη 8 Δεκεμβρίου 2020

Αγία Θάλασσα


Ο πατέρας μου μ' έμαθε κολύμπι. Κι όταν λέω κολύμπι, ούτε ύπτιο, ούτε πρόσθιο, ούτε ελεύθερο, εννοώ μόνο όσα μπορείς να κάνεις στην θάλασσα. Τα ατέλειωτα μακροβούτια, τούμπες και ακροβατικά, να πέφτω με πάταγο και να σκάω στα γέλια, να βουτάω για κοχύλια, να παίζω με το κύμα, να πλατσουρίζω, να εξερευνώ, να πλέω. Και  μου είπε ούτε στιγμή μη ξιπαστείς, και ας είσαι στα ρηχά, πότε να μη νομίζεις πως την ξέρεις. Όσο το γλυκό της λίκνισμα, τόσο ρουφήχτρες σκοτεινές. Όσο ελευθερία, τόσο ασφυξία. Όσο δροσιά, τόσο και δίψα. Όσο πόθος για περιπέτεια, τόσο λαχτάρα για στεριά. Και μου είπε, έχει να βγεις να ξανοιχτείς ταξίδια, έχει λιμάνια ήσυχα να αράξεις, έχει να πα να θαλασσοδαρθείς, έχει σπηλιές για να χαθείς, να μη σε βρει κανείς. Όσο ορίζοντες ορθάνοιχτοι, κολπίσκοι ειδυλλιακοί, λαδιά να πιείς στο ποτήρι, τόσο βράχια κοφτερά, κύματα θεόρατα βουνά και σκοτάδια απύθμενα. Όσο απέραντη ομορφιά, βυθοί μαγευτικοί, κοράλλια και μαργαριτάρια, τόσο πτερύγια και δόντια κοφτερά, πλοκάμια σιχαμένα, άβυσσοι και αγκάθια θανατηφόρα. Και αν τίποτα δεν συμβαίνει ποτέ σε τούτο το ακρογιάλι, θάλασσα είναι και παραπέρα, που φρίττουν τα ναυάγια. Ο πατέρας μου, μου έμαθε κολύμπι. Να επιπλέω στο νερό σε όλες τις πιθανές στάσεις, να κρεμιέμαι ανάποδα, να κολυμπάω στον πάτο, να αναδύομαι, να χορεύω πετώντας. Κι από το κολύμπι άλλο πιο χρήσιμο μάθημα ποτέ δεν πήρα. Και μου 'πε ανοίξου να δεις πίσω απ το βράχο, αν τα πνευμόνια σου βαστάνε, και μου 'πε αν κουραστείς ξάπλωσε ανάσκελα στο κύμα και ασ' το να σε πάει, και μου 'πε μη ξεχαστείς και αποκοιμηθείς στο φουσκωτό σου στρώμα, και μου είπε ποτέ βουτιά από ψηλά αν δεν ελέγξεις πόσο βαθύς είναι ο βυθός, και μου 'πε εξάντλησε όλη σου την ανάσα αν θες, μα βγες ένα βήμα πριν. Και μου είπε, πλεύσε, ανοίξου, αμολήσου, βούτα, νανουρίσου, ανακάλυψε, θαύμασε, αγνάντεψε, ταξίδεψε, κάνε μαζί της ό,τι θες. Όσο να την αγαπώ τόσο να την σέβομαι. Όσο να παίζω, τόσο να τη φοβάμαι. Όσο τρομακτική, τόσο απολαυστική. Όσο προβλέψιμη, τόσο αναπάντεχη. Κι όταν λίγο μεγάλωσα, μου είπε, αυτή είναι η θάλασσα, την βλέπεις; Έτσι ακριβώς είναι η ζωή.


Μαριάνθη Μαρκοπούλου, Marco Messini - Ένα κόκκο άμμο, απόσπασμα